- περικνημίς,-ῖδος
- ἡ N 3 0-0-0-1-0=1 DnTh 3,21garment worn to cover the lower leg, gaiter; neol.
Lust (λαγνεία). 2014.
Lust (λαγνεία). 2014.
περικνημίδα — Τμήμα της πανοπλίας, που προστάτευε το μπροστινό μέρος του ποδιού του πολεμιστή → πανοπλία. * * * η / περικνημίς, ίδος, ΝΜΑ (νεολλ.) 1. περίβλημα τής κνήμης που φοριέται απευθείας επάνω στο δέρμα, η κάλτσα 2. καλτσοδέτα 3. φρ. «παράσημο(ν) τής… … Dictionary of Greek